Οι “πεφωτισμένοι”, τα “γίδια” και τα ΜΜΕ

media-newspaper

Οσοι είναι άνω των 40 ετών θα θυμούνται την εποχή που επιφανείς εκπρόσωποι των «πεφωτισμένων – ευρωπαϊστών» ή των «φανατικών του ΣΥΡΙΖΑ», στα σημερινά κοινωνικά δίκτυα και γενικότερα στη δημόσια σφαίρα, πανηγύριζαν για τη «φούσκα» της Σοφοκλέους και την κοινωνικοποίηση της μίζας την περίοδο του «εκσυγχρονισμού». Τότε που κατακεραύνωναν όσους τολμούσαν να υποστηρίξουν πως η Κλωνατέξ δε μπορεί να αγοράσει τη Benetton, ούτε η ΑΤΤΙΚΑΤ την Ολυμπιακή.

Θα θυμούνται και τα «αντικειμενικά» εξώφυλλα του έγκυρου διεθνούς Τύπου με την εταιρεία διαχείρισης ενέργειας Enron, μία από τις μεγαλύτερες απάτες στην ιστορία. Αν, μάλιστα, έχουν περάσει έστω και λίγες εβδομάδες από κάποιο Μέσο Μαζικής Ενημέρωσης (ΜΜΕ) γνωρίζουν από πόσες κρησάρες, μέσω ποιων «επισπεύδοντων», για πόση διαφήμιση, φτάνουν στον αναγνώστη ή τον ακροατή αρκετά θέματα.

Γι’ αυτό και δυσκολεύονται να παρακολουθήσουν τη μονότονη, μονομερή και τελικά μη εποικοδομητική συζήτηση που γίνεται στη χώρα μας για τα αίτια της κρίσης, τα μέτρα αντιμετώπισής της, τις δυνατότητες / επιδιώξεις της πολιτικής μας τάξης και τα περιθώρια κινήσεων σε αυτό το διεθνές περιβάλλον. Πρόκειται για τέσσερα διαφορετικά επίπεδα συζήτησης τα οποία ενίοτε στη χώρα μας συμπιέζονται σε ένα επίπεδο. «Φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ» λέει η μία πλευρά, «Φταίει ο Σόιμπλε» λέει η άλλη. Μεταξύ των δύο άκρων στοιβάζονται δύο ντουζίνες θεωρίες συνωμοσίας με αποτέλεσμα να χάνονται οι όποιες νηφάλιες απόψεις προσπαθούν να επιπλεύσουν στα απανωτά κύματα πληροφοριών που φτάνουν καθημερινά στους πολίτες.

Μάλιστα, εξαιτίας της συνεχούς απαξίωσης και των λουκέτων στον ημερήσιο Τύπο, δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν κάνει σημαία τις ανταποκρίσεις διεθνών πρακτορείων και ξένων εφημερίδων. Υποτίθεται πως διακρίνονται από την αμεροληψία και την αντικειμενικότητα που δεν διαθέτουν οι Έλληνες δημοσιογράφοι. Πως είναι αποτέλεσμα έρευνας που αδυνατούν να κάνουν οι (ενίοτε απλήρωτοι επί μήνες) συντάκτες των ελληνικών ΜΜΕ. Πως βασίζονται μόνο σε αγνά, παρθένα, γεγονότα (facts) και αριθμούς. Και ας είναι τα περισσότερα το ίδιο πρόχειρα, βουτηγμένα στις ίδιες προκαταλήψεις και στην πολιτική ορθότητα, με την οποία πασαλείβουν πολλοί ντόπιοι τα δικά τους κείμενα.

Το μονοπώλιο προπαγάνδας και πολιτικής κινητοποίησης

Αρκετοί από αυτούς που σκούζουν καθημερινά στα κοινωνικά δίκτυα για τον «καταστροφικό ρόλο» του «Αλέξη» ή του «Κούλη» απαιτούν από τους Ελληνες δημοσιογράφους να είναι αδιάφοροι και απαθείς παρατηρητές της συνεχούς βύθισης της χώρας. Να παρατηρούν και να καταγράφουν, χωρίς να νιώθουν τίποτα για την τραγωδία της Ελλάδας. Αν τολμήσουν, δε, να εκφράσουν διαφορετική άποψη, χωρίς το περιτύλιγμα από τα πολιτικά ορθά «facts», είναι ανάξιοι εμπιστοσύνης.

Αποθεώνονται μόνο όσοι δημοσιογράφοι, μέσω της αρθρογραφίας τους, κουνούν συνεχώς το δάκτυλο στα οπισθοδρομικά «γίδια» που δε λένε να καταλάβουν τι σημαίνει Ευρώπη και Δυτικός πολιτισμός. Και ας είναι αρκετοί από αυτούς τους αρθρογράφους τα ύψιστα σύμβολα της οικογενειοκρατίας και του κομματισμού που βούλιαξε τη χώρα. Οι ίδιοι άνθρωποι που έκλειναν επί δεκαετίες τα μάτια σε κάθε έφοδο στα κρατικά ταμεία, μέχρι που άδειασαν.

Αποθεώνονται, επίσης, όσοι γράφουν πύρινα κείμενα κατά του «αιμοσταγούς Σόιμπλε», του ΔΝΤ και των Ευρωπαίων δανειστών λες και δεν έχουν ακούσει για τη νεοελληνική φαυλοκρατία που μας οδήγησε στο γκρεμό. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που απαξιώνουν κάθε ιδιωτική πρωτοβουλία, που φροντίζουν να σπείρουν καχυποψία για όποιον έχει καταφέρει κάτι σημαντικό – από τον πολιτισμό μέχρι τις επιχειρήσεις – χωρίς να περάσει από τα κομματικά γραφεία.

Κάποιοι από αυτούς τους αρθρογράφους, ειδικά ορισμένα πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ, είχαν σχεδόν πάντοτε και μία – δύο κρατικές αργομισθίες. Ο ιδιωτικός τομέας των ΜΜΕ ήταν η τρίτη τους δουλειά και γι’ αυτό σκούζουν πως αυτοί “δεν έσκυψαν ποτέ το κεφάλι”! Δεν είχαν όλοι οι δημοσιογράφοι, βέβαια, το προνόμιο του κρατικού μισθάκου ώστε να κάνουν «την επανάστασή τους»!

Οι «πεφωτισμένοι» της μίας πλευράς και οι «φανατικοί» της άλλης καταχεριάζουν όσους τολμήσουν να κινηθούν στη νεκρή ζώνη που χωρίζει τα δύο στρατόπεδα. Διατηρούν το δικαίωμα της προπαγάνδας ή / και των πολιτικών πρωτοβουλιών για τους εαυτούς τους και ζητούν από τους δημοσιογράφους (και τα ΜΜΕ) να είναι «αντικειμενικοί», «αμερόληπτοι» και να απλώς να αναμεταδίδουν «τις ειδήσεις».

«Οι ειδήσεις και η αλήθεια είναι δύο διαφορετικά πράγματα» έχει γράψει ο αμερικανός θεωρητικός της επικοινωνίας και δημοσιογράφος James W. Carey. Οι ειδήσεις «είναι ένα σήμα πως κάτι συμβαίνει» και προσφέρουν «μισοεμφανισμένες φωτογραφίες ή μία ψευδο-πραγματικότητα στερεοτύπων». Κατά τον Carey, «το διαζύγιο της αλήθειας από το διάλογο και τη δράση» ήταν αυτό που φούντωσε την προπαγάνδα και στέρησε από τους πολίτες ένα στήριγμα στον ταραγμένο κόσμο μας.

Γι’ αυτό ούτε οι δημοσιογράφοι, ούτε τα ΜΜΕ πρέπει να περιοριστούν στο ρόλο των παθητικών παρατηρητών, αλλά των σπινθήρων που θα φουντώνουν τη συζήτηση και θα κινητοποιούν τους πολίτες. Το προνόμιο της προπαγάνδας έχει παραχωρηθεί στον κυβερνητικό μηχανισμό και στα «ηχεία» των κοινωνικών δικτύων με τα τελευταία να εγκαλούν ενίοτε τους δημοσιογράφους χωρίς να γνωρίζουν τις απίστευτες εσωτερικές και εξωτερικές πιέσεις που δέχονται. Πιέσεις που δεν φτάνουν ποτέ μέχρι τους αναγνώστες ή τους ακροατές. Γι’ αυτό όσοι εδώ και δεκαετίες αμφισβητούσαν το ελληνικό success story των δανεικών, της υφαρπαγής κοινοτικών κονδυλίων και των διορισμών, δεν έκαναν και μεγάλη καριέρα.

Τώρα που τα κοινωνικά δίκτυα, μέσω της σύγχυσης μεταξύ γνώμης και γεγονότων, αποστερούν από τους πολίτες τα εργαλεία πολιτισμένου διαλόγου και κριτικής σκέψης, οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ μπορούν να συμβάλλουν ώστε να υπάρξει ουσιαστική συζήτηση. Όχι, βέβαια, οι μουτζαχεντίν της μιας ή της άλλης πλευράς που διαγκωνίζονται σήμερα, με συνθήματα «για το μυαλό του πεντάχρονου», στη δημόσια σφαίρα, ενώ η χώρα βουλιάζει.

Συγχώρεση, όχι αμνησία

Και οι δύο πλευρές αξιοποιούν την γνωστή ιστορική αμνησία που μας χαρακτηρίζει Κάνουν ό,τι μπορούν ώστε να ξεχάσουμε πως φτάσαμε μέχρι εδώ. Όμως πρέπει να γράφουμε και να ξαναγράφουμε για τις πολιτικές και επιχειρηματικές οικογένειες που βούλιαξαν τη χώρα, αρκετές από τις οποίες διεκδικούν ρόλο στο νέο σκηνικό. Ορισμένες, μάλιστα, κάνουν ό,τι μπορούν ώστε να μείνουμε έναν αιώνα πίσω για να συνεχίσουν το άρμεγμα. Η λογική επιβάλλει στα ΜΜΕ και στους πολίτες να συγχωρήσουν, γιατί όλοι έχουν ρόλο στην προσπάθεια ανάταξης της κοινωνίας και της οικονομίας. Κανένας δεν περισσεύει. Αρκεί να μην κουνούν το δάκτυλο σε όσους σηκώνουν τα τελευταία χρόνια τα περισσότερα βάρη. Αρκεί να μην είναι καθεστώς η ατιμωρησία.

Γι’ αυτό και πρέπει να υπενθυμίζουμε στην πολιτική μας τάξη πως εξακολουθεί να συντηρεί τους ανάπηρους θεσμούς ώστε να πέφτουν οι παχυλοί κρατικοί μισθοί στους κομματικούς στρατούς. Στη Δικαιοσύνη πως χιλιάδες «επείγουσες έρευνες» έχουν άγνωστη κατάληξη. Να παρουσιάζουμε την παγκόσμια συζήτηση για τον φόβο της αιώνιας λιτότητας, και τις σοβαρές εναλλακτικές προτάσεις, ακόμα και αν αφορούν την αλλαγή νομίσματος ή κάποια άλλα από τα Ιερά Δισκοπότηρα των «πεφωτισμένων». Αρκεί τα επιχειρήματα να είναι εξίσου σοβαρά και τα ερωτήματα εξίσου στοιχειοθετημένα με τα αντίστοιχα της άλλης πλευράς. Από φαιδρές απόψεις περί ισοτιμίας ένα προς ένα με μια εγκύκλιο, περί «πρόσκαιρων δυσκολιών», κλπ, χορτάσαμε.

Τα εκατομμύρια των ανέργων, η μεσαία τάξη που βλέπει τις καταθέσεις και τις συντάξεις να εξανεμίζονται, οι νέοι που έχουν χάσει κάθε ελπίδα, χρειάζονται ψύχραιμες φωνές εκπροσώπησης και στα ΜΜΕ. Χωρίς τη συνθηματολογία, τις γενικότητες και το αναμάσημα (ενίοτε με τέσσερα – πέντε χρόνια καθυστέρηση) εισαγόμενης πολιτικής ορθότητας.

Κάποιος, κάποια στιγμή, θα το κάνει.

 

%cf%80%ce%bb%ce%b1%cf%84%cf%89%ce%bd-%cf%80%ce%bf%ce%bb%ce%b9%cf%84%ce%b5%ce%b9%ce%b1-%ce%b5%ce%be%ce%bf%cf%85%cf%83%ce%b9%ce%b1

Σελίδα από το βιβλίο: «Οι δίκες των δοσιλόγων, 1944 – 1949, του Δημήτρη Κουσουρή, Εκδόσεις Πόλις

This entry was posted in Media and tagged , , . Bookmark the permalink.

Σχολιάστε